Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι δύο άνδρες καταχωρήθηκαν ως πατέρες του παιδιού, και όταν επέστρεψαν στην Ελβετία, το καντόνι του St Gallen επικύρωση την απόφαση των ΗΠΑ. Ωστόσο, το ελβετικό γραφείο δικαιοσύνης το αρνήθηκε. Επιχειρηματολογώντας ότι το ελβετικό δίκαιο επιτρέπει μόνο τον άνδρα με γενετικό δεσμό με το παιδί να αναγνωριστεί ως πατέρας, άσκησε έφεση κατά της απόφασης αναγνώρισης της συγγένειας του ελβετικού δικαστηρίου.
Το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο συμφώνησε, υποστηρίζοντας ότι ήταν παράνομη η εγγραφή ενός μη βιολογικού πατέρα ως πατέρα στο Ληξιαρχείο. Αυτό ήταν «σαφώς ασύμβατο» με τις ελβετικές νομικές και ηθικές αξίες. Το Δικαστήριο έκρινε ότι «το παιδί πρέπει να προστατεύεται από τον υποβιβασμό του σε εμπόρευμα το οποίο μπορεί να παραγγελθεί από τρίτο μέρος».
Το Δικαστήριο σχημάτισε αρνητική άποψη και για την παρένθετη μητρότητα, υποστηρίζοντας ότι το γυναικείο σώμα δεν πρέπει να εμπορευματοποιείται. Το ελβετικό δίκαιο απαγορεύει κάθε μορφή παρένθετης μητρότητας, ανεξάρτητα ποια μπορεί να είναι η οικογενειακή κατάσταση της γυναίκας. «Σύμφωνα με το ελβετικό αστικό δίκαιο, η έγκυος γυναίκα δεν μπορεί να εγκαταλείψει τα δικαιώματά της αναφορικά με το παιδί πριν αυτό γεννηθεί» ανέφερε.
Η δικηγόρος που εκπροσώπησε τους δύο άνδρες επέκρινε την απόφαση. Η απόφαση «αγνοεί το συμφέρον του παιδιού και την πραγματικότητα των δύο ανδρών που ζούνε μαζί σαν οικογένεια από το 2011» ανέφερε. Η ετυμηγορία θα κατέλιπε το παιδί χωρίς τις κατάλληλες νομικές διασφαλίσεις, ειδικά αν το ζευγάρι χωρίσει ή ο βιολογικός πατέρας πεθάνει.